Η χοληστερόλη είναι μία λιπαρή ουσία, η οποία αποτελεί βασικό δομικό συστατικό των κυτταρικών μεμβρανών, που τους επιτρέπει να διατηρούν την διαπερατότητα και την ρευστότητά τους.

Παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην υγεία των αιμοφόρων αγγείων και των νευρικών ινών, καθώς και στη σύνθεση βιταμίνης D, χολικού οξέος και στεροειδών ορμονών.
Η χοληστερόλη είναι διάσημη για τη συσχέτισή της με την καρδιοπάθεια και τα εγκεφαλικά επεισόδια, αλλά ολοένα περισσότερες μελέτες υποδηλώνουν ότι μπορεί να παίζει ρόλο και στη γονιμότητα ανδρών και γυναικών.

Μία από αυτές τις μελέτες δημοσιεύθηκε το 2018 στο επιστημονικό περιοδικό BMJ Open.

Όπως ανέφεραν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν, στη Νορβηγία, μελέτησαν περισσότερες από 4.300 γυναίκες, οι 2.100 εκ των οποίων είχαν ένα ή κανένα παιδί.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως τις περισσότερες πιθανότητες να μην αποκτήσουν παιδί ή να κάνουν το πολύ ένα, είχαν οι γυναίκες με παθολογικά επίπεδα λιπιδίων (δυσλιπιδαιμία) πριν την εγκυμοσύνη.

Ειδικότερα, όσες είχαν χαμηλά επίπεδα καλής (HDL) χοληστερόλης και υψηλά επίπεδα κακής (LDL) χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων, είχαν αυξημένες πιθανότητες να αποκτήσουν μόνο ένα παιδί. Αντίστοιχα, οι γυναίκες με υψηλά επίπεδα LDL και ολικής χοληστερόλης είχαν αυξημένες πιθανότητες να μην κάνουν κανένα παιδί.
Οι πιθανότητες ατεκνίας ήταν ιδιαιτέρως αυξημένες στις γυναίκες με δυσλιπιδαιμία που ταυτοχρόνως ήταν υπέρβαρες ή παχύσαρκες.

Ανάλογα ευρήματα είχε λίγα χρόνια νωρίτερα άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism. Σε αυτήν συμμετείχαν 501 ζευγάρια, μέσης ηλικίας 31 ετών, που προσπαθούσαν να αποκτήσουν παιδί.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα ζευγάρια που δεν κατόρθωσαν να επιτύχουν εγκυμοσύνη μέσα σε 12 μήνες, είχαν κατά μέσο όρο σημαντικά υψηλότερα επίπεδα της χοληστερόλης.

Άλλες έρευνες έχουν συσχετίσει τη χοληστερόλη με επιδράσεις στα ωάρια και τα σπερματοζωάρια. Για παράδειγμα, η HDL χοληστερόλη, η οποία αποκαλείται «καλή» γιατί ασκεί καρδιοπροστατευτική δράση, έχει συσχετισθεί με καλύτερης ποιότητας ωάρια και έμβρυα, καθώς και με ευνοϊκές επιδράσεις στη σπερματογένεση. Αντίθετα, η αυξημένη ολική χοληστερόλη σχετίζεται με φλεγμονώδεις επιδράσεις στο σώμα που πλήττουν το εσωτερικό τοίχωμα των αιμοφόρων αγγείων (επιθήλιο) και έτσι παρεμποδίζουν την ελεύθερη ροή του αίματος. Χωρίς ικανοποιητική παροχή αίματος, όμως, πλήττεται η υγεία των ωαρίων και των σπερματοζωαρίων.

Ωστόσο, τη γονιμότητα δεν μπορεί να πλήξουν μόνο τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης, αλλά πιθανώς και τα πολύ χαμηλά. Και αυτό, διότι αν η χοληστερόλη σε όλες της τις μορφές δεν υπάρχει σε επαρκή επίπεδα στον οργανισμό, θα διαταραχθούν όλες οι διεργασίες στις οποίες συμμετέχει.

Είναι γεγονός πως η κακή διατροφή και η παγκόσμια επιδημία της παχυσαρκίας συνοδεύονται από αυξανόμενη συχνότητα δυσλιπιδαιμίας στους ενήλικες, η οποία με τη σειρά της σχετίζεται με προβλήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών και το μεταβολικό σύνδρομο - τρεις παθήσεις που από μόνες τους αυξάνουν τον κίνδυνο υπογονιμότητας.

Η ισορροπία ανάμεσα στη σύνθεση και στον καταβολισμό της χοληστερόλης είναι απαραίτητη για να εξασφαλίζονται οι φυσιολογικές κυτταρικές διεργασίες. Στις διεργασίες αυτές συμπεριλαμβάνεται η παραγωγή των ορμονών του φύλου: της τεστοστερόνης, της οιστραδιόλης και της προγεστερόνης.

Οι ορμόνες αυτές είναι πολύ σημαντικές για την ερωτική επιθυμία, την αναπαραγωγή και τη διατήρηση της εγκυμοσύνης, αλλά οι δραστικές αυξήσεις (ή μειώσεις) των φυσιολογικών επιπέδων της χοληστερόλης επηρεάζουν αρνητικά την παραγωγή τους. Αυτός πιστεύεται ότι είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε η χοληστερόλη να επέμβει στην αναπαραγωγική διαδικασία, εμποδίζοντας την επίτευξη ή/και διατήρηση μιας εγκυμοσύνης.

Η Ταυρίνη από την άλλη πλευρά, είναι μια ουσιώδης αλλά υποεκτιμημένη ένωση που βρίσκεται σε αφθονία στο ανθρώπινο σώμα. Μπορεί να την γνωρίζετε ως ένα συμπλήρωμα που χρησιμοποιείται από τους αθλητές για την ενίσχυση της φυσικής τους απόδοσης, ή ως συστατικό σε ενεργειακά ποτά. Η ταυρίνη όμως είναι ένα από τα πιο πολύτιμα θρεπτικά συστατικά για την υγεία, την ψυχική ευεξία και την μακροζωία.

 Η Ταυρίνη αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά θειούχα αμινοξέα, και μπορεί να συντεθεί στο σώμα από την Κυστεΐνη με την συνεργική δράση της Βιταμίνης Β6. Διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη φυσιολογική λειτουργία του εγκεφάλου, της καρδιάς, της χοληδόχου κύστης, των οφθαλμών και του αγγειακού συστήματος. Συγκεκριμένα, είναι το πιο άφθονο αμινοξύ στο σώμα μας που απαιτείται για την οικοδόμηση της πρωτεΐνης. Βρίσκεται σε υψηλές συγκεντρώσεις στον εγκέφαλο, στον αμφιβληστροειδή, την καρδιά και τα αιμοπετάλια και συμβάλλει στην μεταφορά του καλίου, νατρίου, ασβεστίου, και μαγνησίου μέσα και έξω από τα κύτταρα και δρα σχεδόν ως νευροδιαβιβαστής. Συνήθως παράγεται σε επαρκείς ποσότητες από το ίδιο μας το σώμα αλλά, ορισμένες βιταμίνες, μέταλλα, ένζυμα, και πρόδρομα αμινοξέα (κυστεΐνη και μεθειονίνη) πρέπει να είναι διαθέσιμα στον οργανισμό μας για να μπορέσει να κατασκευάσει ταυρίνη. Οι υπόλοιπες απαραίτητες ποσότητες πρέπει να λαμβάνονται από τη διατροφή μας, ως επί το πλείστον από το κρέας και τα θαλασσινά.

Η Ταυρίνη συμμετέχει σε πολλές βιολογικές λειτουργίες, δρώντας σαν νευροδιαβιβαστής στον εγκέφαλο, σαν σταθεροποιητής των κυτταρικών μεμβρανών και σαν μεσολαβητής στην μεταφορά των ιόντων όπως το νάτριο, το κάλιο, το ασβέστιο και το μαγνήσιο. Η Ταυρίνη, μετά το GABA, είναι ο δεύτερος τη τάξει ανασταλτικός νευροδιαβιβαστής του εγκεφάλου. Τα αμινοξέα αλανίνη, γλουταμινικό οξύ και παντοθενικό οξύ αναστέλλουν τον μεταβολισμό της ταυρίνης, ενώ οι Βιταμίνες Α και Β6, ο ψευδάργυρος και το μαγγάνιο συμβάλλουν στη σύνθεση της ταυρίνης.

Η ταυρίνη συμβάλλει σε μια ποικιλία σωματικών λειτουργιών, όπως η ρύθμιση των υγρών και μετάλλων στο αίμα καθώς και την υποστήριξη της λειτουργίας του μεταβολισμού, της καρδιάς, των μυών, των νεύρων, της όρασης και την ομαλοποίηση της γνωστικής λειτουργίας. Η καλύτερα κατανοητή λειτουργία της είναι στη δημιουργία χολής η οποία είναι απαραίτητη για τον μεταβολισμό των λιπών.

Η κυστεΐνη και η Βιταμίνη Β6 αποτελούν τα συστατικά που έχουν πιο άμεση σχέση με τη σύνθεση της ταυρίνης. Η χοληδόχος κύστη χρησιμοποιεί την ταυρίνη για τον σχηματισμό του ταυροχολικού οξέος, ένα από τα δύο χολικά οξέα που απαιτούνται για την διάσπαση του λίπους στο λεπτό έντερο. Η ταυρίνη συμμετέχει επίσης στην απέκκριση της χοληστερόλης και της χολερυθρίνης στην χολή.

Θεωρείται ότι αυξάνει τη σωματική αντοχή και ενισχύει την αθλητική απόδοση. Είναι επίσης ζωτικής σημασίας για την ψυχική υγεία και την ευεξία. Μπορεί να βοηθήσει στο άγχος, τις κρίσεις πανικού και την αϋπνία. Υπάρχει μια σημαντική συσχέτιση μεταξύ των υψηλών επιπέδων της διατροφικής ταυρίνης και της μακροζωίας. Διατροφή υψηλή σε ταυρίνη πιστεύεται ότι είναι ένας από τους λόγους για τη μακροβιότητα των Ιαπώνων, ειδικά των κατοίκων της Okinawa, γνωστής και ως «νησιού της μακροζωίας».

Συνεπώς η Ταυρίνη είναι ένα πολύ σημαντικό αμινοξύ!!
Εκτός των άλλων, την δίνουμε για να προστατέψουμε την καρδιά!....Και στην διατροφή μας δεν υφίσταται σε μεγάλη δοσολογία...!

Δεδομένου ότι την βρίσκουμε κυρίως στα ζωικά προϊόντα, οι χορτοφάγοι διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο για χαμηλά επίπεδα ταυρίνης. Παράλληλα, όπως και με πολλές άλλες λειτουργίες, η ικανότητά μας να παράγει ταυρίνη μειώνεται με την ηλικία.

Kαρδιακή λειτουργία
Παίζει σημαντικό ρόλο σε πολλές πτυχές του καρδιαγγειακού συστήματος, βοηθώντας στην μεταφορά βασικών θρεπτικών συστατικών όπως είναι το κάλιο, το μαγνήσιο και το ασβέστιο, μέσα και έξω από τα κύτταρα της καρδιάς για τη βελτίωση της λειτουργίας της. Χαμηλά επίπεδα ταυρίνης έχουν βρεθεί σε ασθενείς οι οποίοι υπέστησαν καρδιακή προσβολή.

Επιληψία
Η ταυρίνη είναι ένας ανασταλτικός νευροδιαβιβαστής που μπορεί να ενεργήσει ως ηρεμιστικό σε καταστάσεις ερεθισμού του εγκεφάλου. Η καταπραϋντική της δράση μπορεί να είναι χρήσιμη για την πρόληψη των επιληπτικών κρίσεων και την ελαχιστοποίηση των μανιακών καταστάσεων σε περιπτώσεις διπολικής διαταραχής.

Αγγειοδιαστολή
Τα αποτελέσματα μιας μελέτης από μια ομάδα ερευνητών στην Ιαπωνία κατέδειξαν το ρόλο της ταυρίνης στη διαστολή του αγγειακού συστήματος. Συμπληρώματα ταυρίνης μπορούν να αυξήσουν την έκκριση του νιτρικού οξειδίου, το οποίο διαστέλλει τα αιμοφόρα αγγεία και βελτιώνει τη ροή του αίματος και την παροχή οξυγόνου στους μυς.

Χοληστερίνη
Μπορεί να μειώσει τη χοληστερόλη με τη βελτίωση της λειτουργίας της χοληδόχου κύστης η οποία μπορεί στη συνέχεια να εξαλείψει τη χοληστερόλη μέσω της χολής.

Αντιοξειδωτικό
Λειτουργεί ως ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό και προστατεύσει το σώμα από τις ελεύθερες ρίζες.

Επιπρόσθετα οφέλη από την ταυρίνη περιλαμβάνουν την αντιμετώπιση της ανδρικής στειρότητας, την κίρρωση, την κατάθλιψη και το διαβήτη τύπου 2.

Παρενέργειες
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης που δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση «"American Journal of Clinical Nutrition", η κατανάλωση ταυρίνης δεν προκαλεί σοβαρές παρενέργειες παρά μόνο σε περίπτωση υπερδοσολογίας όπου παρατηρούνται διάρροια ή πεπτικά έλκη.

 

 

Το κείμενο υπογράφει η Υπ. Διδάκτωρ Ενδοκρινολόγος -Διαβητολόγος Βασιλική Τριάντη, MD,MSc,PhDc , Master Έρευνα στη Γυναικεία Αναπαραγωγή, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, Συνεργάτης Μαιευτηρίου ΛΗΤΩ και Επιστημονική Συνεργάτης στο Ενδοκρινολογικό Τμήμα Παχυσαρκίας και Μεταβολισμού στη Β΄ Μαιευτική Κλινική του Αρεταιείου Νοσοκομείου. Ειδική σε Θέματα "Γυναικολογικής Ενδοκρινολογίας και Ενδοκρινολογίας της Αναπαραγωγής, Οστεοπόρωσης και Παχυσαρκίας"


Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στην Ενδοκρινολόγο –Διαβητολόγο Βασιλική Τριάντη,  τηλ: 2103009400